Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Ενδοψυχικές συγκρούσεις στο έργο του Ν.Καζαντζάκη



Ενδοψυχικές συγκρούσεις στο έργο του Ν.Καζαντζάκη
Ανάλυση μιας προσωπικής ενδοψυχικής σύγκρουσης του Ν.Καζαντζάκη
και η μεταφορά της στο έργο του

Δημήτρης Μιμής
Ψυχολόγος


 

Μάης του 1922. Ο Ν. Καζαντζάκης βρίσκεται στη Βιέννη την οποία έχει επισκεφτεί και την προηγούμενη χρονιά, όπου θα παραμείνει για τρεις μήνες., θα την ξαναεπισκεφθεί στις 28 Ιουνίου του 1956 όπου του απονέμουν το βραβείο Ειρήνης, ένα χρόνο πριν πεθάνει.

Βρίσκεται στην πολιτεία που πάντα θα την θυμάται σαν “γυναίκα αγαπημένη”. Η παραμονή του είναι καθοριστική για τη σχέση με την γυναίκα του Γαλάτεια, η οποία περνά κρίση. Ο Καζαντζάκης ταξίδευε συνεχώς και η Γαλάτεια ζούσε μόνη στην Αθήνα. Στις επιστολές του προς αυτήν, την παρακαλεί να τον επισκεφτεί γιατί όπως αναφέρει αισθάνεται μοναξιά και ζει ολομόναχος(1) . Ήταν που μόλις είχε αναρρώσει από το ατύχημά του στον σταθμό της Βιέννης, όπως περιγράφει στο κεφάλαιο ΚΔ’ στη σελ. 335 στο «Αναφορά στον Γκρέκο» και που στις επιστολές του προς τη Γαλάτεια γραμμένες στη Βιέννη δεν της αναφέρει τέτοιο γεγονός, ίσως για να μην την ανησυχήσει. Την περίοδο αυτή είχε αρκετά φιλοσοφήσει τη ζωή και η ενασχόλησή του με τον Βούδα δεν του έδιναν πολλές ελευθερίες κίνησης.


...Η ψυχή σας-αυτό που λέτε εσείς ψυχή-βυθισμένη στη βουδική κοσμοθεωρία, θαρρεί πως να κοιμηθείς με γυναίκα είναι αμαρτία θανάσιμη˙ δεν αφήνει λοιπόν το σώμα της ν’ αμαρτήσει…του λέει ο καθηγητής Στέκελ (2)όταν τον επισκέφτηκε ο Καζαντζάκης για το έκζεμα του.

Ένα άλλο γεγονός που επέδρασε στην ψυχολογία του την εποχή εκείνη είναι η στεναχώρια που έλαβε από τον φίλο του Σφακιανάκη, όταν δεν τον ακολούθησε στο τωρινό ταξίδι του στη Βιέννη, αθετώντας τα συμφωνημένα.

Στην επιστολή του προς τη Γαλάτεια γράφει: ¨ Μα είμαι μόνος και πνίγομαι μή μπορώντας να μιλήσω για τή συγκίνησή μου. Ο Σφακ. μού ‘κανε μεγάλο κακό, τώρα το νιώθω. Δε θά του γράψω μήτε λέξη, γιατί πρέπει κανείς να μην συχωρά μερικές πράξεις¨


Και σε άλλη επιστολή: ¨Ο Σφακ. μού ‘καμε μεγάλο κακό να μην έρθει.

Ο έμπειρος πάνω στην ψυχή του ανθρώπου αντιλαμβάνεται αμέσως όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που θα επιφέρουν στον Καζαντζάκη τη νόσο των ασκητών. Η έλλειψη γυναίκας και η επιθυμία γι’ αυτήν, η έντονη θρησκευτικότητα και το αυστηρό Υπερ- Εγώ, η μοναξιά, η εγκατάλειψη είναι μερικές προϋποθέσεις που θα κάνουν τον Καζαντζάκη να βγει προς αναζήτηση γυναίκας.


Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βιέννη, γνωρίζεται σε κινηματογράφο της πόλης με μια κοπέλα, τη Φρίντα, στην οποία προτείνει «να μείνουν την νύχτα ετούτη μαζί» (3) .

Η μοναξιά, η απομόνωση και η απουσία της Γαλάτειας τον οδηγούν στο να θελήσει να συνάψει σχέση με τη Φρίντα, που στη θέση της θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε γυναίκα που θα γνώριζε εκείνο το βράδυ.

Ο Καζαντζάκης όμως παρά την ζωντανή επιθυμία για γυναίκα, πάλεψε μέσα του και πήρε ανακούφιση όταν άκουσε την απάντηση στην πρόταση του: « όχι απόψε, δεν μπορώ, αύριο βράδυ». ¨Αλάφρωσα¨ είπε και γρήγορα γρήγορα πήρε το δρόμο κατά το σπίτι, χωρίζοντας από τη Φρίντα.

Πάλεψε μέσα του την επιθυμία για τη Φρίντα και έλαβε ικανοποίηση από την άρνησή της.

Τότε, μια σύγκρουση ψυχική, μια διαμάχη μεταξύ του «Εκείνο» και του «Υπέρ-Εγώ» (4) παρουσιάστηκαν μέσα του και αναδύθηκε το σύμπτωμα, η αρρώστια όπως την αναφέρει ο ίδιος. Η αυτοτιμωρία αυτή αποτέλεσε ένα ευπρόσδεκτο υποσυνείδητο μέσο για ν’ ανακουφίσει την επιθυμία.

Να πώς περιγράφει ο ίδιος στο ¨Αναφορά στον Γκρέκο¨, στη σελ 348 την ενδοψυχική του σύγκρουση:

¨Εκεί που πήγαινα γυρίζοντας σπίτι, άκουγα το αίμα μου ν’ ανεβαίνει στο κεφάλι μου, η ψυχή μου είχε αγριέψει, ένιωθε πως ήταν το κορμί μου έτοιμο να πέσει στην αμαρτία κι είχε τιναχτεί απάνω γεμάτο περιφρόνηση και θυμό κι αρνιόταν να του δώσει την άδεια...


Μέσα από το κείμενο αυτό συμπεραίνουμε ότι ο Καζαντζάκης είχε ανεπτυγμένο Υπέρ-Εγώ, πολύ αυστηρό, που είναι πάντα έτοιμο να τιμωρήσει.

Η σύγκρουση μεταξύ των δυο στοιχείων του ψυχικού οργάνου(Εκείνο και Υπέρ-Εγώ), είναι τρομερή και το Υπέρ- Εγώ (5) θα υπερισχύσει έναντι του Εκείνο. Τιμωρεί μάλιστα και αυτό φαίνεται από το κείμενο ως εξής:

¨...Το αίμα όλο αναρροούσε και μαζεύονταν στο πρόσωπό μου, κι αγάλια αγάλια καταλάβαινα πως τα χείλια μου, τα μάγουλα, το μέτωπο φούσκωναν ,τα μάτια είχαν τόσο μικράνει, που θα’ χαν γίνει δυο χαραμάδες και με δυσκολία κατόρθωνα να βλέπω.¨

Όλο αυτό το υλικό, της ενδοψυχικής σύγκρουσης και το σύμπτωμα που παρουσιάστηκε, μυθοποιημένο πλέον, το συναντάμε στα έργα  του «Αναφορά στον Γκρέκο» και στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (6) στην περίπτωση του Μανολιού.

Η ομοιότητα των συμπτωμάτων φαίνεται μέσα στη γραφή του και στα δύο κείμενα και γίνεται ολοφάνερη η μεταφορά του πραγματικού γεγονότος από το «Αναφορά στον Γκρέκο» όπου περιγράφει την αρρώστια του στη Βιέννη το 1922, στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» στο πρόσωπο του Μανολιού, όταν γράφει το έργο του αρκετά χρόνια αργότερα το 1948 βρισκόμενος στην Αντίμπ. Ο Μανολιός πηγαίνοντας στην Κατερίνα, φοβούμενος την απόρριψή της χρησιμοποιεί το Υπέρ-Εγώ του και ενδυναμώνει τις άμυνες του Εγώ. Το Υπέρ-Εγώ του Μανολιού είναι πανομοιότυπο μ’ αυτό του Καζαντζάκη αλλά και οι περιγραφές της παρουσίασης του εκζέματος στο πρόσωπο του Μανολιού είναι ακριβώς οι ίδιες μ’ αυτές στο πρόσωπο του συγγραφέα.

...¨ξαφνικά ο νους του θόλωσε...το αίμα ανέβηκε στο κεφάλι του…σβούριξε  το μυαλό του, οι φλέβες του λαιμού του φούσκωσαν κι όλο το πρόσωπο του μιρμίδισε¨.¨

Την περιγραφή της παρουσίασης των συμπτωμάτων του Καζαντζάκη,  μυθοποιημένη, τη συναντάμε στο πέμπτο κεφάλαιο στο έργο του « ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Ο Μανολιός διακατεχόμενος από έντονη επιθυμία να πάει στο σπίτι της Κατερίνας (Μαγδαληνή) και σκεπτόμενος το κρεβάτι της και τα λόγια που θα του έλεγε, γιατί αυτός θα ήταν μπερδεμένος όταν θα την αντίκριζε και δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει την παρουσία του, τέτοια ώρα, στο σπίτι της.

...Έβαλε πάλι το χέρι, έψαξε τα μάγουλα του, τα χείλια του, το πιγούνι του, είχαν πρηστεί και το στόμα είχε ολούθε στριμωχτεί και δεν μπορούσε ν΄ανοίξει.

…όλο του το μούτρο ήταν τούμπανο, μα δεν πονούσε…

…Δεν ήταν τούτο ανθρώπου πρόσωπο, ήταν μια σάρκινη μουτσούνα, απάνθρωπη, αναγουλιαστικιά.

Στη Βιέννη, στην απελπισία του απάνω, λόγω του εκζέματος, έρχονται μνήμες από την παιδική του ηλικία, όταν έβλεπε τους λεπρούς και τη φρίκη που του προξενούσαν. Οι αναμνήσεις αυτές και οι κακές σκέψεις που έκανε γι’ αυτούς τους ανθρώπους τον φόβισαν, τον ενοχοποίησαν (7) . Φοβήθηκε μην πάθει και αυτός την ίδια αρρώστια με τους λεπρούς.

…Έβλεπα συχνά, όταν ήμουν παιδί , στην Κρήτη, γράφει ο Καζαντζάκης, λεπρούς με κατακόκκινα πρησμένα μούτρα που ολοένα μαδούσαν, και θυμήθηκα τί φρίκη μου προξενούσαν κι είχα πει μια μέρα: «Αν ήμουν βασιλιάς, όλους τους λεπρούς θα τους κρεμούσα μια πέτρα στο λαιμό και θα τους έριχνα στη θάλασσα». Μπας και τώρα ο Αόρατος, ένας Αόρατος, θυμήθηκε τον απάνθρωπο λόγο μου και μου ΄πεψε, να με παιδέψει την φριχτή  αρρώστια; (8)

Εδώ βλέπουμε πάλι, τις ενοχές που του προκαλεί το Υπέρ –Εγώ, λόγω των κακών σκέψεων που έκανε για τους λεπρούς…αλλά και τις υποψίες του ότι η αρρώστια του αυτή προέρχεται από την ψυχή του.

Το έκζεμα στο πρόσωπό του θα τον οδηγήσει στον γνωστό ψυχαναλυτή της εποχής εκείνης και μαθητή του S. Freud,  τον W. Stekel. Δεν γνωρίζουμε πλήρως αν ο Καζαντζάκης γνώριζε ότι το έκζεμά του, είχε προέλευση ψυχική ή το ανακάλυψε μετά τις επισκέψεις του στον Στέκελ. Πάντως στο έργο του «Αναφορά στον Γκρέκο» βάζει σκέψεις Φροϋδικές στην περιγραφή του, γεγονός που σημαίνει ότι είχε διαβάσει έργα του S. Freud.

Την άποψη αυτή, τη συναντάμε στο ¨ ο Χριστός ξανασταυρώνεται¨ στη σελ. 174 όπου ο Καζαντζάκης με το στόμα του παπά Φώτη λέει στον Μανολιό:

Όλες οι αρρώστιες, παιδί μου, προέρχουνται από την ψυχή. Αυτή κουμαντάρει το σώμα˙ η ψυχή σου θ’ αρρώστησε, Μανολιό, αυτή να γιάνεις! Και το σώμα, θέλοντας και μη, θα ακολουθήσει

Στις επιστολές προς Γαλάτεια ,στην επιστολή 14 γράφει…Στο κρεββάτι διαβάζω όλες τις μέρες τούτες την περίφημη θεωρία του Freud για το ένστιχτο και για τα όνειρα. Θα Σ’ ευχαριστούσε πολύ αν την ήξερες.

Την περίοδο αυτή, επισκεπτόμενος τον Ψυχαναλυτή, τον Καζαντζάκη  τον απασχολούσε ο Βουδισμός και το γράψιμο της Ασκητικής, ενώ παράλληλα βρισκόταν σε κατάσταση απομόνωσης, λύπης και πνευματικής κόπωσης και η άρνηση της Γαλάτειας να τον επισκεφθεί στη Βιέννη τον προβλημάτιζε αρκετά.

Ο Καζαντζάκης στο γραφείο του W. Stekel έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τη διαδικασία του ελεύθερου συνειρμού και της ψυχοθεραπείας, «εξομολόγηση» όπως την ονομάζει, αλλά έρχεται και αντιμέτωπος με την ψυχαναλυτική διάγνωση, τη ¨αρρώστια των ασκητών¨, τη ¨σεξουαλική μάσκα¨.

Ο Στέκελ, ως ειδικός επί των ψυχοσωματικών διαταραχών μέσω της εξομολόγησης , γνώρισε αρκετά για την παιδική ηλικία του Καζαντζάκη.

...Ο σοφός Καθηγητής άρχισε να με ξομολογάειֺτου στόρησα τη ζωή μου, πως από την εφηβική μου ηλικία ζητούσα ένα δρόμο λύτρωσης…(Αναφορά στο Γκρέκο σελ.350) και κατάλαβε πολύ γρήγορα τη διστακτικότητα του Καζαντζάκη να δεχτεί τις ερμηνείες του.
 

Ο Στέκελ, ως εμψυχωτής, δεν ερμήνευσε με καθαρά βιολογικά κριτήρια τα  συμπτώματα του Καζαντζάκη και δεν παρέπεμψε τη θεραπεία και αντιμετώπισή τους με φαρμακευτική αγωγή, ως έκαναν όλοι οι προηγούμενοι γιατροί που επισκέφθηκε ο Καζαντζάκης, αλλά προσπάθησε να κατανοήσει την προσωπικότητα και τη δομή του ασθενή του (Χριστός, Βούδας) ωθώντας τον στις επιστολές του προς τη Γαλάτεια να γράφει :

…Έχω γυρίσει όλους τους γιατρούς και μόνο αυτός που Σου έγραψα, ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου έχει θαρρώ δίκιο: είναι μια ψυχική ταραχή που εκδηλώνεται στο σώμα. Ένα είδος, λέει, σαν τις πληγές του Αγ. Φραγκίσκου…

…Οι γιατροί  δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Ένας μου είπε, μεγάλος εδώ καθηγητής, πως είναι από λόγους ψυχικούς…

…Ο ψυχολόγος που μ’ εξέτασε έχει δίκιο…

Να πώς περιγράφει ο Καζαντζάκης την ανακοίνωση της διάγνωσής του, από τον Στέκελ και πώς αρχικά την αντιμετώπισε αλλά και πώς πείστηκε για την ύπαρξη του ψυχικού οργάνου

…..-Φτάνει , φτάνει! Μου είπε και χιχίριζε ακόμα σαρκαστικά˙ όσο θα μένετε στη Βιέννη , η μάσκα αυτή θα’ναι κολλημένη στο πρόσωπο σας. Η αρρώστια σας είναι η αρρώστια των ασκητών, έτσι τη λέμε, πολύ σπάνια στην εποχή μας.

.....θα γιάνετε όταν φύγετε από τη Βιέννη κι αφήσετε πίσω σας τη Φρίντα.

Δεν το πίστεψα˙ έφυγα πεισματωμένος. «Παραμύθια επιστημονικά, έλεγα, θα μείνω στη Βιέννη, θα μείνω και θα γιάννω». Έμεινα ακόμα ένα μήνα˙…η μάσκα δεν έλιωνε, κάθε μέρα εξακολουθούσα να στέλνω το τηλεγράφημα στη Φρίντα: «Δεν μπορώ σήμερα, θα’ρθω αύριο». Μα το αύριο αυτό δεν έρχουνταν, βαριέστηκα. Ένα πρωί σηκώθηκα αποφασισμένος: θα φύγω!

…Κι όταν πια έφτασα στο σταθμό κι έβγαλα το καθρεφτάκι από την τσέπη μου και κοίταξα, τι χαρά ήταν εκείνη, τι ευτυχία! Το πρόσωπο μου είχε ολότελα ξεπρηστεί, ξανάρθαν τα παλιά χαρακτηριστικά, η μύτη, το στόμα, τα μάγουλα˙ έφυγε ο δαίμονας, είχα ξαναγίνει άνθρωπος.

Από τη μέρα εκείνη κατάλαβα πως η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα ελατήριο φοβερό κι επικίντυνο.


Ο Καζαντζάκης, μέσα από το έργο του, πάλεψε πολλές φορές με την επιθυμία του για γυναίκες. Πάντα όμως υπήρχε η διαμάχη μεταξύ των στοιχείων του ψυχικού οργάνου, με ενοχές αλλά και αντιρρήσεις ως προς τον Βουδισμό.

Έτσι στο Βερολίνο, μετά τη Βιέννη, όταν του ξαναγεννήθηκε η επιθυμία για έρωτα, αναφέρει τα εξής:

…ο κόσμος ετούτος είχε ξάφνου πάρει σάρκα και κόκαλα ,φαίνουνταν πάλι αληθινός, άνοιξαν οι πέντε δίψες στο κορμί μου και φώναζα το Βούδα να’ρθει και να ξορκίσει τον Πειρασμό…

…Το’ ξερα˙ το σταμνάκι αυτό το δικό μου είναι το μικρό αδάμαστο κορμί της Οβραίας˙ αν θέλω και εγώ να σμίξω με το Θεό μου, αυτό το κορμί, που μπαίνει ανάμεσα, πρέπει να εξαφανίσω.

Και όταν η επιθυμία για έρωτα έρχεται δριμύτερη επιθυμεί να εγκαταλείψει το Βούδα:

...Καινούργια ερωτήματα ανέβαιναν μέσα μου, ο αποψινός χορός είχε ανοίξει στο σπλάχνο μου τις παλιές, που θαρρούσα στειρεμένες, πηγές και ένιωθα πως δεν αδειάζουν εύκολα τα σωθικά του Κρητικού.

 

Φοβεροί πρόγονοι μέσα μου, που δεν έφαγαν όσο κρέας, μήτε ήπιαν όσο κρασί λαχτάρησαν, μήτε φίλησαν όσες γυναίκες πεθύμησαν και τώρα τινάζουνται αγριεμένοι και δε με αφήνουν να πεθάνω, για να μην πεθάνουν. Αλήθεια, τι γυρεύει ο Βούδας, τι μπορεί να ελπίζει ο Βούδας στην Κρήτη.(9)

Το πάλευε, λοιπόν ο Καζαντζάκης μέσα του.

Πολλές φορές μέσα στις διηγήσεις του συναντάμε την απομάκρυνσή του από το ερωτογόνο αντικείμενο. Έτσι στην περίπτωση της Ιρλανδτέζας που συνάντησε μέσα στο εκκλησάκι του κρητικού βουνού, αναφέρει:

… άγγιξαν τα χείλια μου το στόμα της, το πρόσωπο της σάπισε θαρρείς, χύθηκε και φάνηκε μια φρικτή, βασανισμένη, λιποθυμισμένη μαϊμού και με κυρίεψε αηδία και φόβος…


Να όμως που στην περίπτωση της Ίτκα της Οβραίας που γνώρισε στο Βερολίνο, ολοκλήρωσε τη φευγαλέα σχέση του ξεπερνώντας τις άμυνες και τις απαγορεύσεις από το Υπέρ-Εγώ αλλά και τον Βούδα που είχε χλωμιάσει μέσα του όπως αναφέρει ο ίδιος:

…μα η Ίτκα μου ΄σφιξε το μπράτσο και μου ΄γνεψε : Μείνε. Έμεινα. Τη νύκτα εκείνη άρχισε να χλωμιάζει μέσα μου το Βούδας˙ τη νύκτα εκείνη ένιωσα πως ο κόσμος δεν είναι φάντασμα, πως το κορμί της γυναίκας είναι ζεστό, σκληρό, γεμάτο αθάνατο νερό και πως  θάνατος δεν υπάρχει.

Έμεινα κάμποσες νύκτες μαζί της ˙…παλεύαμε όλο κορμί σαν ζώα και κατρακυλούσαμε στον ύπνο εξαντλημένοι και χαρούμενοι. Ο Βούδας, συλλογίζουμουν, ο Βούδας και γελούσα.

 

Και παρακάτω ο Καζαντζάκης εξυψώνει τον σαρκικό έρωτα:

…Τι αλάφρωση όταν η σάρκα δεν περιπλεχτεί με ψυχικές έγνοιες παρά απομένει απάνω στη γης, αγνή, αμόλευτη, σαν ζώο!…

Ο Καζαντζάκης, στο έργο του, βλέπουμε ν’ αποφεύγει συχνά την ερωτική επαφή, ενώ σε άλλες περιπτώσεις να την εξυψώνει. Η Βιέννη γι’ αυτόν γίνεται η αποφυγή του έρωτα, γεμάτη ψυχικές συγκρούσεις και συμπτώματα, ενώ το Βερολίνο γίνεται η εξύψωση του σαρκικού έρωτα, που όμως δεν τον αντέχει.

 

Έτσι παρεμβάλλεται στο κείμενό του αλλά και στη ζωή του ¨η μετουσίωση¨, την οποία συναντάμε στις αναμνήσεις του από το προσκύνημά του στην Ιταλία.

Γιατί ν’ ανοίξει η καρδιά του, όπως γράφει, και να τιναχτεί η Ασίζη; Γιατί να μετουσιώσει τον έρωτα και ν’ ασχοληθεί με δραστηριότητες, φαινομενικά άσχετες προς τη σεξουαλικότητα, τα βαθύτερα ελατήρια των οποίων απορρέουν βέβαια από τη δύναμη της σεξουαλικής ενόρμησης;


Ο Φρόυντ περιέγραψε ως δραστηριότητες μετουσίωσης κυρίως την καλλιτεχνική δραστηριότητα και τις διανοητικές αναζητήσεις(10).

Ο Καζαντζάκης μέσα από τις διανοητικές, φιλοσοφικές, αναζητήσεις, συγκεκριμένα μέσα από τον Βουδισμό αλλά και από την επίσκεψή του στην Ασίζη, προσπαθεί να απωθήσει τις σεξουαλικές ενορμήσεις του και να επιδοθεί στο ανέβασμα της ψυχής του. Αυτός που θα τον βοηθούσε ήταν ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης(11).




 -------------------------------------------------------

 

 (1)Ν. Καζαντάκης: Επιστολές προς τη Γαλάτεια, επιστολη 14, εκδ. ΔΙΦΡΟΣ
 (2) Βίλχελμ Στέκελ, γνωστός ψυχαναλυτής της εποχής, μαθητής του Freud, διευθυντής του περιοδικού    «κεντρική ψυχαναλυτική επιθεώρηση» της Βιέννης ο οποίος το 1912 είχε διωχθεί από τον κύκλο του Freud.
(3)  Ν. Καζαντζάκης: Αναφορά στον Γκρέκο, σελ348
(4)  Jean Laplanche et J.-B.Pontalis, “ Vocabulaire de la Psychanalyse”, P.U.F.
 (5) Freud, prychanalyse, texts choisis, P.U.F.-1963
(6) Ν. Καζαντάκης: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, σελ114
(7)Ν. Καζαντζάκης :Αναφορά στο Γκρέκο σελ. 361
(8)Ν. Καζαντζάκης: Αναφορά στον Γκρέκο, σελ 349
(9)Ν. Καζαντζάκης:Αναφορά στον Γκρέκο σελ. 361
(10)Jean Laplanche et J.-B.Pontalis, “ Vocabulaire de la Psychanalyse”, P.U.F.
(11)Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης: Είναι άγιος της καθολικής εκκλησίας, ιδρυτής του Τάγματος των    Φραγκισκανών(1181 ή 1182-1226). Στην Ασίζη ο Καζαντζάκης θα συναντήσει τον βιογράφο του Αγίου Φραγκίσκου Johannes Jorgensen και θα θέσει τις βάσεις για το έργο του ¨ο Φτωχούλης του Θεού¨.
 

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

Η ΜΕΤΟΥΣΙΩΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

                   Η Μετουσίωση στη ζωή και στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη




Πρόλογος

 

Η εργασία αυτή έχει ως σκοπό ν’ αναδείξει τα γεγονότα που λάμβαναν χώρα στην ψυχή του Καζαντζάκη την περίοδο μεταξύ του 1922 και 1924  όταν βρισκόταν στην Αυστρία , στη Γερμανία αλλά και στην Ασίζη της Ιταλίας και είχαν σχέση με τις ψυχικές  αναζητήσεις του , μέσα από δικές του μαρτυρίες, όπως τις περιγράφει προς τη Γαλάτεια και τον Πρεβελάκη και αργότερα μέσα από τα κείμενά του, “Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται’’ και “Αναφορά στον Γκρέκο’’.

Θα δούμε τα συναισθήματά  του και τις επιρροές που   δέχτηκε. Θα ανακαλύψουμε την εσωτερική του  πάλη μεταξύ του Βούδα  και των προγόνων του, κυρίως του πατέρα του , πώς πάλευαν μέσα του οι παρορμήσεις και πώς τις μετουσιώνει, όπως επίσης τους φόβους του, τις ενδόμυχες σκέψεις του που κρυβόταν μέσα στον όρο  mystique, τι θεωρεί χρέος του και πού οδηγείται.

Θα προσπαθήσω να βρω τη “βασιλική οδό“ του ασυνείδητου του Καζαντζάκη προς τα βάθη της ψυχής του και να αναλύσω την ψυχοσύνθεσή του, μέσα από τις συγκρούσεις, ανάμεσα  στις επιθυμίες και τις απαγορεύσεις του.

 

 

Εισαγωγή

 

Μετουσίωση, διεργασία που περιέγραψε ο Φρόιντ για να αναλύσει ανθρώπινες δραστηριότητες, φαινομενικά άσχετες προς τη σεξουαλικότητα, τα βαθύτερα ελατήρια των οποίων απορρέουν από τη δύναμη της σεξουαλικής ενόρμησης. Ο Φρόιντ περιέγραψε ως δραστηριότητες μετουσίωσης, κυρίως την καλλιτεχνική δραστηριότητα και τις διανοητικές  αναζητήσεις .

Η ενόρμηση θεωρείται μετουσιωμένη όταν παρεκκλίνει προς νέους, μη σεξουαλικούς σκοπούς, στοχεύοντας έτσι σε κοινωνικά καταξιωμένα αντικείμενα (1).

Τον όρο μετουσίωση ο Ν. Καζαντζάκης τον χρησιμοποιεί αρκετά στη ζωή αλλά και στο έργο του. Την ικανότητα μετουσίωσης επιδιώκει στη ζωή του και την αναφέρει ως σκοπό στο έργο του.

Τι είναι αυτό που θα ωθήσει τον Ν. Καζαντζάκη να βρει δρόμους μετουσιωμένους, κοινωνικά καταξιωμένους μέσα από την καλλιτεχνική δραστηριότητα και τις διανοητικές  του αναζητήσεις ;

Παράλληλα, ενώ βρισκόταν στη Βιέννη όπου δρούσαν ο Φρόιντ, ο Γιούνγκ, ο Άντλερ,ο Στέκελ και άλλοι, ασχολήθηκε με την ψυχανάλυση που επηρέασε τη ζωή και το έργο του.

 
Ο Καζαντζάκης, όταν επισκέφθηκε τη Βιέννη το 1922,αντιμετωπίζοντας τον επικείμενο χωρισμό με τη γυναίκα του Γαλάτεια και  ζώντας μόνος του, επιζητεί  να συνάψει σχέση με τη Φρίντα που μόλις γνώρισε.

Αποφεύγει όμως να την συναντήσει λόγω των ψυχικών του συγκρούσεων  και παρουσιάζει έκζεμα στο πρόσωπο, τη «νόσο των ασκητών», όπως

αποκάλεσε την αρρώστια του ο ψυχαναλυτής W.Stekel, όταν τον επισκέφθηκε στο γραφείο του αναζητώντας λύση στο πρόβλημά του.

Aυτό ήταν η αιτία για να ασχοληθεί με τη μελέτη της ψυχανάλυσης. Ο ίδιος αναφέρει, πάντοτε με επιφύλαξη, ότι η αρρώστια του ( το έκζεμα ) οφείλεται σε ψυχικούς λόγους και τους συσχετίζει με τη μοναξιά, τη λύπη και τη στενοχώρια που τον κατακλύζουν.

Μια προσεκτικότερη μελέτη της  ζωής του στη Βιέννη μάς παρέχει περισσότερες και λεπτομερέστερες πληροφορίες για τον τρόπο που σκεπτόταν  και πώς αντιμετώπιζε τη ζωή.

Έτσι, παρατηρούμε μέσα από τις επιστολές του προς τη Γαλάτεια, την επιθυμία του προς αυτήν και την άρνησή της να τον επισκεφτεί, τις αναστολές του όσον αφορά τη Φρίντα και το σύμπτωμα ( έκζεμα ), μέσα από το «Αναφορά στον Γκρέκο», έτσι ώστε να μην μπορεί να τη συναντήσει. Η περίπτωση της Φρίντας είναι μία αληθινή ιστορία που θα καταγραφεί στο μυαλό του Καζαντζάκη και θα τον ακολουθεί ως το τέλος της ζωής του. Τον επηρρέασε τόσο που, στο «ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», έχει κυρίαρχο ρόλο.

Στο έργο αυτό, στην αρχή του πέμπτου κεφαλαίου (σελ.114), μας περιγράφει μυθοποιημένα όπως ακριβώς ένιωσε τα γεγονότα της Βιέννης.

Μας περιγράφει τα συναισθήματά του:

Δεν μπορώ να πάω…Πώς να με δεί; Πώς να της μιλήσω; Σιχαίνουμαι΄  θα γυρίσω πίσω(σελ.116)

αλλά και τις αλλαγές που επήλθαν στο πρόσωπό του:

...Έβαλε πάλι το χέρι, έψαξε τα μάγουλά του, τα χείλια του, το πιγούνι, είχαν πρηστεί ,και το στόμα είχε ολούθε στριμωχτεί και δε μπορούσε ν’ανοίξει. «Τί  έπαθα; τι έχω; γιατί πρήστηκα;» συλλογίζουνταν και πασπάτευε απελπισμένος το πρόσωπό του αλάκερο ως το λαιμό’ όλο του το μούτρο ήταν τούμπανο, μα δεν πονούσε…(σελ.115.)

Όλα αυτά που συνέβαιναν στην ψυχή του Καζαντζάκη αλλά και στο σώμα του, όταν βρισκόταν στη Βιέννη, τα ξανασυναντάμε στον πρωταγωνιστή του τον Μανιολό, στο «ο Χριστός ξανασταυρώνεται».

 

Η ψυχική σύγκρουση που διεξαγόταν στον Καζαντζάκη, ευρισκόμενος στη Βιέννη, ανάμεσα στη Γαλάτεια και στη Φρίντα μεταφέρεται μετά από 32 χρόνια στο έργο του  “ ο Χριστός Ξανασταυρώνεται” μεταξύ Λενιού και Μαγδαληνής.

Έτσι, όταν ο Μανολιός κάλεσε την αρραβωνιαστικιά του, τη Λενιώ να κοπιάσει κατά το βουνό και να τον συναντήσει και όταν αυτή τον είδε με πρησμένο πρόσωπο:

....έσυρε φωνή. Παναγιά  μου! και σωριάστηκε κάτω...Φύγε.. Φύγε! Φώναζε σκληρίζοντας ∙Φύγε!

Κοίταξέ  με ακόμα μια φορά , Λενιό , είπε σιγά ο Μανολιός, κοίταξέ  με , να με σιχαθείς,  να γλιτώσεις...

Και όταν το Λενιό  τον ρώτησε τί έχει το Μανολιό ήσυχα αποκρίθηκε....Λέπρα.

Οι διανοητικές του αναζητήσεις (Νίτσε -Χριστός – Βούδας και αργότερα ο Λένιν)  δεν ήταν παρά η πάλη του Καζαντζάκη στην αναζήτηση του Θείου, η πάλη μεταξύ του σώματος και της ψυχής, της  ύλης και του πνεύματος. Η μοναξιά και η στεναχώρια που βίωνε στη Βιέννη, λόγω της απουσίας της Γαλάτειας, αλλά κυρίως  το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε και οι σχετικοί συνειρμοί που έκανε (λέπρα) θα τον οδηγήσουν να θέσει υποσυνείδητα τις βάσεις για τη μελλοντική επίσκεψή του στην Ασίζη της Ιταλίας το 1924 , όπου έζησε ο Αγ. Φραγκίσκος.(2)

Ο Καζαντζάκης γνώριζε για τον Άγιο Φραγκίσκο. Σε επιστολή του προς τη Γαλάτεια από τη Βιέννη, ενημερώνοντάς την για το πρόβλημα της υγείας του, γράφει:

είναι μια ψυχική ταραχή που εκδηλώνεται στο σώμα. Ένα είδος, λέει, σαν τις πληγές του Άγιου Φραγκίσκου (Επιστολές προς Γαλάτεια, σελ.49)

Επίσης, μετά τη Βιέννη, όταν βρισκόταν στη Γερμανία γράφει:

Ήμουν πολύ συγκινημένος το αυγουστιάτικο εκείνο μεσημέρι που είχα πάρει το δρομάκι του μικρούλικου χωριού του Gunsbach, μέσα στα δάση της Αλσατίας, και χτυπούσα την πόρτα του σύγχρονού  μας Αγίου Φραγκίσκου. Άνοιξε ο ίδιος, μου’ δωκε το χέρι..(Αναφορά στον Γκρέκο, σελ.378 ).

Τι είναι αυτό που θα οδηγήσει τον Καζαντζάκη να πραγματοποιήσει αυτό το ταξίδι στην Ασίζη το 1924, επτά αιώνες ακριβώς μετά  την εμφάνιση των στιγμάτων του Ιησού πάνω στο σώμα του Αγίου Φραγκίσκου; Είναι μήπως η ομοιότητα, όπως διακρίνει, μεταξύ του Αγίου Φραγκίσκου και του Αλβέρτου Σβάϊτσερ ως προς την φιλοσοφία τους;

Μοιάζουν σαν δυο αδέρφια: ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης κι ο Αλβέρτος Σβάϊτσερ,γράφει στην σελ.379 στο ίδιο έργο.

Αλλά και ο ίδιος ταυτίζεται με αυτούς τους άντρες. Ας σημειώσουμε ότι ο Σβάιτσερ ήταν πεπεισμένος πως ο σεβασμός της ζωής  είναι το υψηλότερο ιδανικό.  Στην εποχή του αρκετοί συνέκριναν την φιλοσοφία του με αυτήν του Άγιου Φραγκίσκου.  Ένας από αυτούς ήταν και ο Καζαντζάκης, γι’ αυτό άλλωστε και η επίσκεψή του στο χωριό του και η γνωριμία  μ’ αυτόν. Μια επίσκεψη που ο Σβάιτσερ θα ανταποδώσει στον Καζαντζάκη, όταν βρισκόταν στο νοσοκομείο, δύο ημέρες πριν παραδώσει την ψυχή του.

…Χθες το βράδυ, στις 10 και 20΄έκλεισε τα φλογερά του, τρισαγαπημένα ματάκια. Προχθές  ήρθε ο Albert Schweitzer να τον συγχαρεί που είχε γιάνει. Ήταν μια πολύ συγκινητική και σπάνια σκηνή… γράφει από το Freiburg, στις 27-10-57, η γυναίκα του Ελένη προς τον Παντελή Πρεβελάκη στην Αθήνα .

Η περιπλάνηση του Καζαντζάκη  στον Χριστό και στον Βούδα, η δήλωση που κάνει προς το τέλος της ζωής του, στο «Αναφορά στον Γκρέκο» (σελ. 72)….η πρώτη μου λαχτάρα στάθηκε η λευτεριά, η δεύτερη, που κρυφά μέσα μου ακόμα αποκρατάει και με βασανίζει, η δίψα της αγιοσύνης…αλλά και ο Άγιος Φραγκίσκος, ο Αλβέρτος Σβάιτσερ,  αλλά και η επίσκεψή του στον ψυχαναλυτή θα τον ωθήσουν για περισσότερη ψυχική διερεύνηση και αναζήτηση. Έτσι τα φροϋδικά έργα της εποχής εκείνης θα τον τραβήξουν περισσότερο από κάθε άλλο, όπως άλλωστε κάθε λογοτέχνη.

Στο κρεβάτι διαβάζω όλες τις μέρες τούτες την περίφημη θεωρία του Φρόιντ για το ένστιχτο και τα όνειρα. Θα Σ’ ευχαριστούσε πολύ αν την ήξερες…γράφει στη Γαλάτεια.

 

Η ανάλυση

 

Η επίσκεψή του στον ψυχαναλυτή θα αλλάξει όχι μόνο τη σκέψη αλλά και τη ζωή του Καζαντζάκη. Η εμφάνιση του εκζέματος και η αποφυγή της Φρίντας, θα τον οδηγήσουν  πρόσκαιρα στη μετουσίωση των σεξουαλικών του ενορμήσεων και σε κοινωνικά αποδεκτές λειτουργίες, όπως  την καλλιτεχνική δραστηριότητα και τις διανοητικές αναζητήσεις κυρίως με τον Βούδα και τον Χριστό. Ο Καζαντζάκης πιστεύει  ότι οι κρίσεις του ξεσπούν λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων,  όσον αφορά τις σχέσεις του με γυναίκες,  γεγονός που ενισχύεται από τον ψυχαναλυτή Stekel όταν του  αναφέρει: ( Αναφορά στον Γκρέκο, σελ.350).

... Η αρρώστια σας είναι η αρρώστια των ασκητών, έτσι την λένε, πολύ σπάνια στην εποχή μας. Γιατί σήμερα ποιο σώμα υπακούει στην ψυχή του; Διαβάσατε ποτέ τα συναξάρια των Αγίων; Ο ασκητής έφευγε από την έρημο Θηβαίδα κι έτρεχε να πάει στην πιο κοντινή πολιτεία, γιατί, ξαφνικά, ο δαίμονας της πορνείας τον καβαλίκευε κι έπρεπε να κοιμηθεί με γυναίκα.

Κι όταν το κορμί του το σκέπαζε η λέπρα, που δεν ήταν λέπρα αλλά η αρρώστια του Καζαντζάκη, έτσι που δεν θα μπορούσε να τον αγγίξει γυναίκα.

Έτρεχε λοιπόν πίσω στην σκήτη του, στην έρημο, και δόξαζε το θεό που τον λύτρωσε από την αμαρτία. Κι ο θεός, λένε τα συναξάρια τον συχωρνούσε κι έξυνε από το κορμί του τη λέπρα. Καταλάβατε  τώρα; Η ψυχή σας – αυτό που λέτε εσείς ψυχή – βυθισμένη στη βουδική κοσμοθεωρία, θαρρεί πώς να κοιμηθείς με γυναίκα είναι αμαρτία θανάσιμη’ δεν αφήνει λοιπόν το σώμα της ν’ αμαρτήσει…(Αναφορά στον Γκρέκο, σελ. 350).

Μελετώντας προσεκτικά αυτά που λέει o ψυχαναλυτής Stekel στον Καζαντζάκη, θαρρείς πως όλα συμβαίνουν ένεκα της θρησκευτικότητάς του και ότι το σύμπτωμα εμφανίζεται για να τον αποτρέψει από την αμαρτία. Αυτό, σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής, είναι σωστό. Ο Φρόιντ δεν έχει γράψει ακόμα το βιβλίο του «το Εγώ και το Εκείνο» (1923) και έτσι ο

Stekel, όταν τον επισκέφτηκε ο Καζαντζάκης στο γραφείο του το 1922, δε γνώριζε τη θεωρία αυτή ή την αγνοούσε λόγω της ρήξης του με τον Φρόιντ. Ο Stekel την ίδια ερμηνεία δίνει και στην περίπτωση της θρήσκας Βιεννέζας (Αναφορά στον Γκρέκο. σελ. 351).

Ίσως και ο Καζαντζάκης να μην έδωσε ένα πλήρες ιστορικό στον ψυχαναλυτή.  Απ’ ότι φαίνεται αρκέστηκε μονάχα, όπως εξιστορεί, στις θρησκευτικές του αναζητήσεις  από τον καιρό της εφηβείας του και δεν ανέφερε αρχικά την περίπτωση της Φρίντας. Έτσι ο Stekel δεν αντιλήφτηκε το αναπτυγμένο υπέρ-εγώ του Καζαντζάκη και τις ενοχές που του προκαλούσε. Δεν έχει αντιληφτεί ότι οι θρησκευτικές του κρίσεις είναι απόρροια του εσωτερικού του ψυχικού  κόσμου, ότι είναι αποτέλεσμα των ενοχών του και του τρόπου που μεγάλωσε κοντά στους γονείς του, κυρίως κοντά στον πατέρα του και όχι μονάχα ένεκα της θρησκευτικότητάς του. Ακόμα δεν έχει αντιληφθεί την προσπάθεια του Καζαντζάκη, μια προσπάθεια ζωής, να συνταιριάξει μέσα του τους προγόνους του, αλλά κυρίως να μετουσιώσει σε άνθρωπο το ακατέργαστο θεριό, τον πατέρα του.

Να πώς παρουσιάζει τον πατέρα του στο «Αναφορά στον Γκρέκο» ( σελ.32).

Ο πατέρας μου σπάνια μιλούσε, δε γελούσε, δε μάλωνε’ κάποτε μονάχα έτριζε τα δόντια του ή έσφιγγε τη γροθιά του, κι αν τύχαινε να κρατάει κανένα πετραμύγδαλο, έστριβε τα δάκτυλα του και τό’κανε σκόνη…

Σε μια άλλη παρουσίαση του πατέρα του, όταν αυτός  είχε αρπαχτεί μ’ένα τούρκο και επέστρεψε στο σπίτι τους:

…Η μητέρα μου τού’φερε πουκάμισο ν’ αλλάξει είχε γίνει μουσκίδι στον ιδρώτα, κι εγώ

θα ‘μουν ως τριών χρονών, καθόμουν στον καναπέ και τον κοίταζα ‘ όλο τρίχες ήταν το απάνω κορμί του, άχνιζε’ κι άμα άλλαξε και δροσέρεψε, πέταξε το γιαταγάνι στον καναπέ, δίπλα μου’ στράφηκε στην γυναίκα του:

Σαν μεγαλώσει ο γιος σου, της είπε , και πάει στο σχολειό, δώστ’ του το νά ξύνει το μολύβι του….

Ποτέ δε θυμούμαι να μου’πε τρυφερό λόγο:…

Και όταν ο Καζαντζάκης ρώτησε τη μητέρα του:

_Πως ήταν  ο παππούς μου;…

_Σαν τον κύρη σου, μου αποκρίθηκε’  πιο μαύρος.

_Τι δουλειά έκανε;

_Πολεμούσε.

Για την μητέρα του, ο Καζαντζάκης γράφει:

…Η μάνα μου ήταν μια άγια γυναίκα…

Αυτόν τον πατέρα, αυτούς τους προγόνους προσπαθεί ο Καζαντζάκης να .μετουσιώσει.

…Σκύβω μέσα μου και ανατριχιάζω’ οι πρόγονοι μου, από τη φύτρα του κυρού, αιμοβόροι κουρσάροι στη θάλασσα, πολέμαρχοι στη στεριά, χωρίς φόβο μήτε ανθρώπου μήτε Θεού ’από το σοι της μάνας μου, μουντοί, αγαθοί, χωριάτες…

…πώς να μπορέσω να συνταιριάξω τους δυο τούτους στρατευόμενους μέσα μου

προγόνους, τη φωτιά και το χώμα:

Ένιωθα πως από αυτό ήταν το χρέος μου, το μοναδικό, να φιλιώσω τ’ αφίλιωτα ,ν’ ανεβάσω από τα νεφρά μου το πηχτό προγονικό σκοτάδι και να το κάμω, όσο μπορώ, φως.

…Αλάκερο, το σύμπαντο χωρίς να το ξέρει, ακολουθάει τη μέθοδο αυτή’ το κάθε ζωντανό είναι αργαστήρι, όπου κρυμμένος ο Θεός κατεργάζεται και μετουσιώνει τη λάσπη…

…και όσο πιο πολλή σάρκα μετουσιώνει σε αγάπη, σε παλικαριά κι  ελευτερία, τόσο περισσότερο γίνεται Γιος του Θεού.

…Ο πρόγονος αυτός είναι το βαρύ, ακατέργαστο θεριό που μου δόθηκε να το μετουσιώσω σε άνθρωπο’ κι αν μπορέσω, αν προφτάσω, να τον ανεβάσω ακόμα πιο αψηλά από τον άνθρωπο…

Τι φοβερός ανήφορος από τον πίθηκο στον άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον Θεό.


Ο Καζαντζάκης, την περίοδο που βρισκόταν στην Αυστρία και Γερμανία,  πέρα από την περίπτωση της Φρίντας είχε και άλλες έντονες σεξουαλικές επιθυμίες. Όπως ο ίδιος εξομολογείται στο βιβλίο του“ Αναφορά στον Γκρέκο” στο κεφάλαιο “Βερολίνο- Μια Οβραία” (σελ. 356), τον είχε κυριεύσει ο Βούδας και του έσβηνε πολλές δίψες. Παρ’ ότι ήταν τυλιγμένος από το κίτρινο ράσο, ένα χτυποκάρδι δεν άφηνε τον Βούδα να του κάνει ολάκερη κατοχή. Τον καιρό εκείνο, στο Βερολίνο, ξέφευγε από τον Βούδα , όπως και άλλες φορές και

θυμήθηκε αχόρταγα οβραίϊκα μάτια και μυρωδιές από γυναικείες αμασχάλες. Όμως παλινδρομούσε και ο Βούδας ξαναρχόταν στο μυαλό του, από τη μια τον  απομάκρυνε  από τη Σαρίτα και από την άλλη  εξύψωνε τον σαρκικό έρωτα όπως στην περίπτωση της Ίτκα.

Μετά από δυο χρόνια, θα θελήσει, λόγω του αυστηρού υπερεγώ  και των ενοχών του, να μετατοπίσει τη δραστηριότητα αυτή σε κοινωνικά αποδεκτές δραστηριότητες, δηλαδή να τις μετουσιώσει. Η ερωτική του επιθυμία από την έντονη δραστηριότητα εύκολα μετατοπίζεται στην απραξία, στην καλλιτεχνική  δραστηριότητα, στην μετουσίωση.

Έτσι, ο Καζαντζάκης με την πράξη του, συνειδητά ή ασυνείδητα, κατάφερε να μας αποδείξει πώς πραγματοποιείται η μετουσίωση.  Ο Καζαντζάκης, σ’όλη την περίοδο της ζωής του αλλά και στα έργα του, μας δίνει διάφορες εκδοχές της μετουσίωσης. Την περίοδο αυτή,  η μετουσίωση είναι επηρεασμένη από τη Φροϋδική θεωρία  και είναι στραμμένη στην καλλιτεχνική δραστηριότητα και στις διανοητικές αναζητήσεις, χωρίς βέβαια να απουσιάζουν τα θρησκευτικά στοιχεία.

Ο Φρόιντ θεωρεί ότι οι  δραστηριότητες αυτές προέρχονται, σε τελευταία ανάλυση, από ένα είδος μεταμόρφωσης της σεξουαλικότητας. Η σεξουαλική ενόρμηση θέτει στη διάθεση της πολιτιστικής παραγωγής μεγάλα ποσά ενέργειας, και τούτο επιτυγχάνεται μέσω της ικανότητας που διαθέτει, και η οποία αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμά της, να μεταθέτει τους στόχους της, χωρίς η έντασή της ουσιαστικά να μεταβάλλεται. Ονομάζουμε λοιπόν, ικανότητα μετουσίωσης, τη δυνατότητα αντικατάστασης ορισμένων στόχων, κατά βάση σεξουαλικών, από άλλους  που δεν είναι σεξουαλικοί , αλλά παραμένουν  ψυχικά συγγενείς των αρχικών.

Αργότερα,  χωρίς να εγκαταλείπει τη Φροϋδική άποψη για τη μετουσίωση, επικεντρώνεται στην αναζήτηση του Θείου. Ο Καζαντζάκης, όπως ομολογεί στο κεφάλαιο “Η κρητική ματιά” του έργου  του “Αναφορά στον Γκρέκο”, θεωρεί ότι ένας μονάχα δρόμος οδηγεί στον θεό, ο ανήφορος, ποτέ ο κατήφορος, ποτέ ο δρόμος ο στρωτός και συμπληρώνοντας αναφέρει τρία πλάσματα του Θεού   που πάντα  τον μαύλιζαν.... και ένιωθε μαζί τους μια “ μυστική ενότητα”:

Το σκουλήκι που με τον αγώνα του μετουσιώνεται και γίνεται πεταλούδα, το χελιδονόψαρο που τινάζεται από τα νερά μοχθώντας να μετουσιωθεί και να ξεπεράσει την φύση του, κι ο μεταξοσκώληκας που μετουσιώνει τα φύλλα της μουριάς και τα κάνει μετάξι.

Ο όρος ‘’mystique’’ αναφέρεται  στον Καζαντζάκη και άλλη φορά. Τον απασχολούν  υποψίες και προαισθήματα, τον απασχολούν  οι συγκρούσεις ανάμεσα στις επιθυμίες του και οι απαγορεύσεις του αλλά  και μεταφυσικά συναισθήματα και νιώθει συγκίνηση,  όταν γράφει τον Άγιο Φραγκίσκο.

Τον όρο ‘’mystique’’ ο Καζαντζάκης τον αναφέρει για να περιγράφει  τη θρησκευτική του στάση η οποία πληροφορεί την πιθανότητα μίας τέλειας ένωσης με τον θεό  ή το Απόλυτο, στη σκέψη ή στην έκσταση.

Μετά  την συνάντησή του με τον Αλβέρτο Σβάϊτσερ, το ταξίδι για την Ασίζη είναι πια γεγονός.

 

Η εκπλήρωση του χρέους

 

Την περίοδο αυτή, ο Καζαντζάκης έχει νέους πνευματικούς προσανατολισμούς (Χριστός-Βούδας-Λένιν) που όλοι φυσικά τείνουν στην αναζήτηση του Θεού. Τον βασανίζει μία θρησκευτική, εσωτερική, αλληγορική σκέψη, γεγονός που αναφέρει αργότερα σε επιστολή του προς τον Πρεβελάκη (Γράμματα σελ.660),  προς το τέλος της ζωής του από την Antibes της Γαλλίας στις 6-12-53.

Αναφερόμενος στο έργο του « ο Φτωχούλης του Θεού», γράφει :

….κι εγώ παραξενεύουμε  πως το ‘γραψα’ υπάρχει λοιπόν ένας θρησκευτικός mystique μέσα μου; Γιατί ένιωθα συγκίνηση μεγάλη γράφοντας το.

Αλλά και στις επιστολές προς τη Γαλάτεια (σελ.260), ευρισκόμενος στην Ασίζη, γράφει ότι έχει χρέος «να ακολουθήσει  σαν τον Άγιο Φραγκίσκο το δρόμο που ανανεώνει τη ζωή», και αυτό το θεωρεί σαν σύμπτωμα της ψυχικής του εξέλιξης.

Είχε λοιπόν ο Καζαντζάκης πολλούς λόγους και μεγάλη επιθυμία και το θεωρούσε χρέος να επισκεφτεί τον χώρο που έδρασε ο  Άγιος Φραγκίσκος. Μήπως οι εσωτερικές του ανάγκες, οι ιδέες που διακατεχόταν, οι πεποιθήσεις του;

Έτσι, τον Ιανουάριο του 1924 επισκέπτεται την Ιταλία και στις 25 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους βρίσκεται στην Ασίζη, όπου θα παραμείνει έως τις 13 Απριλίου.

…Χτες, φεύγοντας για την Assisi, πέτυχα θαμαστή μέρα: Ήλιος, ουρανός…Έφθασα κατά τις 6. Η Αssisi  σ’ ένα ύψωμα, γύρα κάμπος όλο ελιές και πέρα βουνά χιονισμένα…(Επιστολές προς Γαλάτεια, σελ.251)

Στην Ασίζη ο Καζαντζάκης θα προσπαθήσει να επιτελέσει το ανώτερο χρέος του αλλά και κάθε ανθρώπου:  να μετουσιώσει την ύλη που του εμπιστεύτηκε ο Θεός και να την κάνει  πνεύμα  Θα προσπαθήσει να μπει στο «θάμα της μυστικής αλχημείας» με σκοπό τη μετουσίωση και αυτό θα προσπαθήσει να το πετύχει με τον Άγιο Φραγκίσκο.

…Είχε βρει ο Φραγκίσκος το μυστικό που αγωνίζονταν να βρούν οι αλχημιστές του Μεσαίωνα’ το μυστικό που μετουσιώνει και το πιο πρόστυχο μέταλλο σε αμάλαγο χρυσάφι.( Αναφορά στον Γκρέκο. σελ. 373).

Εδώ θα  φιλοξενηθεί στο σπίτι της Κοντέσας Enrichetta Pucci η οποία θα φροντίσει να συναντηθούν ο Καζαντζάκης με τον Joergensen, τον συγγραφέα του Αγ. Φραγκίσκου όπως αναφέρει στην επιστολή του προς τη Γαλάτεια στις 27-2-1924, δύο μέρες μετά την άφιξή του εκεί.

Όταν πραγματοποιήθηκε η συνάντηση, ο Καζαντζάκης γράφει στη Γαλάτεια:

Γύρισα κατά τις 4 και με περίμενε ο συγγραφέας του «Άγ. Φραγκίσκου», ο Δανός Joergensen και δύο Φραγκισκανοί καλόγεροι. Μιλήσαμε για τον Φραγκίσκο, για την Κρήτη, για τη θάλασσα…

Όταν θα διορθωθεί ο καιρός θα συναντιόμαστε για περίπατο: μα τίποτα δεν ελπίζω από τη συντροφιά του.

Την συνάντηση αυτήν την παρουσιάζει διαφορετικά στο «Αναφορά στον Γκρέκο», όπου θέλει να γίνεται τυχαία.

Μα ένα πρωί ο άγνωστος (Jοergensen) σταμάτησε, με κοίταξε, δίστασε μια στιγμή. – Θέλετε να περπατήσουμε λίγο μαζί; μου κάνει…

Είμαι από την Ελλάδα, του λέω, κι ήρθα στην Ασίζη κι αγάπησα τον Άγιο Φραγκίσκο. Κι εγώ, αποκρίθηκε ο άγνωστος, είμαι από την άλλη άκρα της Ευρώπης, από τη Δανία αγαπώ κι εγώ τον Άγιο Φραγκίσκο και ζω εδώ χρόνια στην Ασίζη και δεν μπορώ να τον αφήσω. Με λένε Γιόργκενσεν. Τινάχτηκα.
 
 
 
 
.............................................
 
 
(1)  Μετουσίωση (Sublimation). Jean Laplanche et J.- B.Pontalis,<< Vocabulaire de la Psychanalyse>>, P.U.F., Paris, 1981
(2) Ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης είναι Άγιος της καθολικής εκκλησίας , ιδρυτής του Τάγματος των Φραγκισκανών. Το 1224, ύστερα από σαράντα ημέρες προσευχής και νηστείας, είδε να αποτυπώνονται πάνω του τα στίγματα των πληγών του Ιησού.